Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

Scripta manent


 Αν κάποιος, υποθετικά, μου ζητούσε να φτιάξω μια λίστα με όλες σου τις αρετές, όλα σου τα προτερήματα, όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά σου που με κέρδισαν, η αλήθεια είναι ότι το "ρομαντική ψυχή" μάλλον δεν θα φιγουράριζε ούτε καν στις τελευταίες θέσεις της λίστας. Δεν με πείραζε. Κάθε άλλο· έβρισκα πολύ γλυκό (και λίγο αστείο, για να είμαι ειλικρινής) τον τρόπο που μ' έπαιρνες τηλέφωνο, με ρωτούσες αν είμαι σπίτι και απλώς ανακοίνωνες ότι "ΟΚ, έρχεσαι". Χωρίς γλυκόλογα. Χωρίς περιστροφές. Χωρίς άσκοπες κουβέντες. Χωρίς καν να με ρωτήσεις αν ήθελα να σε δω. Το θεωρούσες δεδομένο μάλλον, και αυτό ακριβώς ήταν που μ' άρεσε.
 Έφτανες στην πόρτα μου, συνήθως με κάποιο γλυκό στα χέρια, που όμως φρόντιζες πάντα να μου διευκρινήσεις ότι το είχες φτιάξει στην δουλειά και σας είχε μείνει. Λες και δεν ήθελες να μου περάσει καν απ' το μυαλό η σκέψη ότι μπορεί να το είχες φτιάξει για μένα! Ούτε κι αυτό με πείραζε. Νομίζω ότι το συνήθισα γρήγορα! 
 Και εκεί που είχα αποδεχτεί το γεγονός ότι δεν γίνεται όλοι οι άνθρωποι να είμαστε ρομαντικοί και να εκδηλώνουμε τα συναισθήματά μας με τον ίδιο τρόπο, ήρθε εκείνο το πρωινό. Είχες κοιμηθεί σπίτι μου και, όπως κάθε φορά, είχες βάλει το ξυπνητήρι για να σηκωθείς και να πας στη δουλειά. Θυμάμαι ότι ξύπνησα κι εγώ και, όταν πήγες να σηκωθείς, σε τράβηξα απ' το χέρι παρακινώντας (παρακαλώντας;) σε να μείνεις λίγο ακόμα. Μου χαμογέλασες και ακούμπησες μαλακά το χέρι μου στο μαξιλάρι σου. Με ξαναπήρε ο ύπνος και ούτε που κατάλαβα πότε έφυγες. Ξύπνησα κάνα δίωρο μετά και, μπαίνοντας στην τουαλέτα, ήρθα "αντιμέτωπος" με μια μεγάλη έκπληξη! Κολλημένο πάνω στον καθρέφτη του μπάνιου, ένα post-it με μια σύντομη φράση γραμμένη πάνω του. Πέντε λέξεις όλες κι όλες:

                                       "Αν μπορούσα, δεν θα έφευγα..." 

 Γραμμένο έτσι ακριβώς. Με τα μικρά σου γραμματάκια που είναι λες και δεν θέλουν να τραβήξουν την προσοχή. Και με "τρεις τελείες" (όπως έλεγες πάντα τ' αποσιωπητικά). Λες και υπήρχαν πολλά ακόμα να μου πεις που δεν μπορούσες να τα εκφράσεις ή δεν μπορούσες να τα χωρέσεις σ' ένα post-it. Το ξεκόλλησα απ' τον καθρέφτη, σημείωσα από πίσω την ημερομηνία και το φύλαξα (πόσο Καρκίνος;!). 
 Και κάπως έτσι, ξεκίνησε αυτό το παιχνιδάκι με τα χαρτάκια. Εγώ τα έβαζα κάπου μέσα στα πράγματά σου κι εσύ τα άφηνες σε μέρη στα οποία ήξερες ότι θα τα δω - αν και το χαρτάκι μέσα στο ψυγείο το θεώρησα πολύ "κρύο" - see what I did there?! Ήταν όλα σύντομα μηνύματα, μία-δύο προτάσεις το πολύ και σπάνια λέγαμε κάτι ουσιαστικό αλλά μου άρεσε το παιχνίδι μας. Ένιωθα ότι ήταν κάτι αποκλειστικά δικό μας! 
 Πρέπει να μάζεψα καμιά τριανταριά τέτοια χαρτάκια πριν από το τελευταίο χαρτάκι που μου άφησες. Είχες έρθει αποβραδίς στο σπίτι και φαινόταν ότι κάτι σ' έτρωγε. Δεν μιλούσες πολύ και, όταν το έκανες, απαντούσες μονολεκτικά. Σε πίεσα να μου πεις τι συμβαίνει και, με τα πολλά, μου αποκάλυψες ότι είχες διαβάσει κάποια πράγματα που έγραφα. Το πήρα στην πλάκα και προσπάθησα να σου εξηγήσω ότι δεν υπήρχε λόγος να τα παίρνεις τόσο σοβαρά και ότι ήταν απλά σκόρπιες σκέψεις, χωρίς ιδιαίτερο νόημα. Φάνηκε να ηρεμείς κάπως και μπορέσαμε να κοιμηθούμε ήσυχοι.
 Το πρωί, όπως πάντα, χτύπησε το ξυπνητήρι σου. Ξυπνήσαμε, σε αποχαιρέτισα και ξανακοιμήθηκα. Όταν σηκώθηκα μερικές ώρες αργότερα, βρήκα άλλο ένα post-it στο τραπέζι. Μία σύντομη φράση, όπως πάντα:

                "Δεν θα μπορέσω ποτέ να γίνω αυτό που θες. Λυπάμαι..."

 Γραμμένο έτσι ακριβώς. Με τρεις τελείες. Λες και ήθελες να συνειδητοποιήσω καλύτερα το τέλος.
                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                            

Τρίτη 12 Αυγούστου 2014

Ο άνθρωπος των 63 ετών


 "Ρε σεις, αυτοκτόνησε ο Robin Williams", είπε η Μυρτώ.
Η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι έκανε λάθος στο όνομα και ότι,στην πραγματικότητα, ο αυτόχειρας ήταν ο Robbie Williams, ο γνωστός τραγουδιστής με το βεβαρημένο παρελθόν αλκοολισμού και χρήσης ναρκωτικών ουσιών.
 "Ναι, το είδα κι εγώ. Μάλλον είναι αλήθεια", απάντησε η Αγγελική.
Η δεύτερη σκέψη μου ήταν ότι δεν ήταν αλήθεια και ότι επρόκειτο για κάποια απ' τις ηλίθιες "πλάκες" που κυκλοφορούν κατά καιρούς στο Internet.
 "Είναι σίγουρα αλήθεια. Το έβγαλε και το CNN", μας ενημέρωσε η Μυρτώ, μην αφήνοντας πολλά περιθώρια αμφιβολίας.
 Δεν μου είναι εύκολο να εξηγήσω γιατί η είδηση αυτή με συγκλόνισε τόσο. Σίγουρα ο Robin Williams είναι (ήταν...) ένας από τους αγαπημένους μου ηθοποιούς, με ρόλους που με εντυπωσίασαν, με σημάδεψαν, με συγκίνησαν ή με έκαναν να γελάσω μέχρι δακρύων αλλά, νομίζω, το πιο συγκλονιστικό απ' όλα ήταν ότι αυτός ο άνθρωπος, που πάντα θαύμαζα, αποφάσισε να τερματίσει ο ίδιος τη ζωή του, χάνοντας, τελικά την μάχη με την κατάθλιψη με την οποία πολεμούσε χρόνια.
 Δεν κομίζω γλαύκας εις Αθήνας λέγοντας ότι, οι περισσότεροι μεγάλοι κωμικοί, είναι βαθύτατα καταθλιπτικοί τύποι που προσπαθούν, μέσα απ' την δουλειά τους, να εξορκίσουν τους δαίμονές τους. Ούτε θα το παίξω ψυχολόγος που, και καλά, καταλαβαίνω ξαφνικά τον τρόπο σκέψης ενός ανθρώπου που ποτέ δεν γνώρισα. Απλώς νομίζω ότι, υπό το πρίσμα της κατάθλιψης και της αυτοκτονίας του, βλέπω πλέον με διαφορετικό μάτι τη δουλειά του.
 Δεν θεωρώ τυχαίο το ταλέντο του στην μίμηση ή στις αστραπιαίες αλλαγές στην φωνή και την προφορά που ήταν τα σήματα κατατεθέντα του. Μου δίνουν πλέον την εικόνα ενός ανθρώπου που ένιωθε συνέχεια την ανάγκη ν' αλλάξει τον εαυτό του για να γίνει αγαπητός. Ακριβώς όπως ο Andrew Martin, το ρομπότ στον "Άνθρωπο των δύο αιώνων" που προσπαθούσε σε όλη του τη ζωή να γίνει κάτι που δεν ήταν στην πραγματικότητα μόνο και μόνο για να μπορέσει να ενταχθεί σε ένα σύνολο που ποτέ δεν θα τον αποδεχόταν. Η μόνη διαφορά, είναι ότι ο Robin Williams ένιωσε τόσο δυσβάσταχτο το βάρος αυτής της ατελέσφορης προσπάθειας που, στο τέλος, λύγισε και έσπασε.
 Υπήρξε πάντα ένα -ανασφαλές- παιδί που δυσκολευόταν να μεγαλώσει, που ήθελε μέσα από την δουλειά του να κερδίσει την αγάπη και την αποδοχή -που ίσως να είχε στερηθεί από τα άτομα που του την "όφειλαν". Και το κοινό του τον αγάπησε, χωρίς όμως να τον γνωρίσει ποτέ πραγματικά. Μπορεί αυτός να ήταν ο λόγος που τον έκανε τελικά να εγκαταλείψει την προσπάθεια και να καταθέσει τα όπλα...
 Θα ήθελα να αποφύγω τους συναισθηματισμούς και να μην γίνω μελοδραματικός στο κλείσιμο αυτής της ανάρτησης αλλά δεν μπορώ να μην πω πως ο κόσμος της 7ης τέχνης είναι από σήμερα πολύ πιο φτωχός, ότι η απώλεια που υπέστη δεν θα αναπληρωθεί. Και την απώλεια αυτή, την μοιραζόμαστε και όλοι εμείς που τον αγαπήσαμε μέσα απ' την δουλειά του, όλοι εμείς που σήμερα ενώνουμε τις φωνές μας για να αποχαιρετίσουμε τον Jack, τον Peter, το τζίνι...Τον Robin.


Τετάρτη 6 Αυγούστου 2014

All good things (come to an end)


 Εδώ και χρόνια προσπαθώ να εξηγήσω στους φίλους μου το "κόλλημά" μου με την κατασκήνωση που με κάνει, στα 26 μου πλέον (ας μην κρύβουμε χρόνια), να περιμένω πώς και πώς το καλοκαίρι μόνο και μόνο για να υποβάλλω τον εαυτό μου σε κάτι που οι ίδιοι βλέπουν ως "εκούσιο εγκλεισμό". Προσπαθώ να τους δώσω να καταλάβουν πόσο μαγικό είναι να περιβάλλεσαι από παιδιά κάθε ηλικίας και πόσες ανταμοιβές υπάρχουν στην συναναστροφή σου μ' αυτά, πόσο υπέροχο συναίσθημα είναι το να βρίσκεσαι σ' ένα χώρο περικυκλωμένος από φίλους και γνωστούς που, όσος καιρός και να έχει περάσει από την τελευταία φορά που ειδωθήκατε, μοιάζει σαν να μην πέρασε μια μέρα, γιατί πάντα υπάρχουν τόσα που σας ενώνουν. Δεν είμαι χαζός. Δεν πιστεύω ότι κάποιος ο οποίος δεν το βίωσε ο ίδιος, θα μπορέσει ποτέ να με καταλάβει -ακόμη και αν πειστεί από τα επίχειρήματά μου. 
 Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, η σημερινή μου δημοσίευση δεν απευθύνεται σ' αυτούς τους φίλους μου. Απευθύνεται στους άλλους, σε εκείνους που αποχαιρέτισα σήμερα αλλά και εκείνους που δεν πρόλαβα να αποχαιρετίσω. Σε εκείνους τους λίγους, που δεν ήθελα καν να τους αποχαιρετίσω γιατί και μόνο η σκέψη ότι αύριο θα ξυπνήσω και δεν θα τους δω μου φαινόταν (και μου φαίνεται) απίστευτα οδυνηρή. Σε μεγάλους και παιδιά που, πενήντα μέρες τώρα, μου χάρισαν μοναδικές εμπειρίες, που μου πρόσφεραν πολλή περισσότερη αγάπη απ' ό,τι περίμενα (ή ήλπιζα) ότι θα λάβω. Δεν ξέρω αν κατάφερα ή αν θα καταφέρω ποτέ να τους το ανταποδώσω αλλά νιώθω την ανάγκη να τους πω ότι, χάρη σ' εκείνους, οι μέρες αυτές ήταν, για άλλη μια χρονιά υπέροχες.  
 Κάθε χρόνο, τέτοια μέρα μου είναι πολύ δύσκολο να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Η συγκίνηση του αποχωρισμού, η εικόνα μικρών και μεγάλων με δακρυσμένα μάτια και η σκέψη ότι θα χρειαστεί να περάσει τουλάχιστον ένας χρόνος πριν μπορέσεις να ξαναδείς κάποιους από αυτούς τους ανθρώπους από κοντά, είναι παραπάνω από αρκετές για να με κάνουν να κλαίω με λυγμούς αλλά, κάθε φορά, θυμάμαι την ατάκα ενός (κατασκηνωτικού) φίλου μου για τέτοιες περιστάσεις. Ο σοφός αυτός άνδρας λοιπόν, μου είπε ότι "αν την τελευταία μέρα ο κόσμος κλαίει επειδή δεν θέλει να φύγει, αυτό σημαίνει ότι κάτι, έγινε πολύ σωστά".
 Απ' ότι φαίνεται λοιπόν, "κάτι έγινε πολύ σωστά" και φέτος ...!