Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

Φιλοσοφικός στοχασμός περί ύπαρξης και ανυπαρξίας


 Πιασάρικος τίτλος, ε; Βαρύγδουπος! Δημιουργεί, όσο να πεις, προσδοκίες στον αναγνώστη! Τις οποίες σπεύδω να διαψεύσω δηλώνοντας ότι ο τίτλος θα μπορούσε να είναι και "περί ανέμων και υδάτων" ή ακόμη και "περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα" (αν δεν φοβόμουν τα κακεντρεχή σχόλια περί πεινασμένων και καρβελιών), χωρίς αυτό να επηρεάσει ιδιαίτερα τα όσα θα ακολουθήσουν!
 Αφορμή για το ότι σου γράφω σήμερα, στάθηκε ένα περιστατικό που συνέβη σχετικά πρόσφατα και που, έστω και έμμεσα, σε αφορά. Ένας φίλος με ρώτησε αν "αυτή η ύπαρξη, στην οποία έχω τόσο καταφανώς αδυναμία και για την οποία γράφω όσα γράφω, υπάρχει". Αν και, ίσως, το να μην υπήρχες, το να ήσουν αποκύημα της φαντασίας μου, θα αύξανε την συγγραφική αξία των όσων γράφω, παραδέχτηκα πως "ναι, υπάρχει". 
 Αυτή του η ερώτηση όμως, δεν σου κρύβω, με έβαλε σε σκέψεις. Υπάρχεις πραγματικά; Θέλω να πω... Ζούμε ακόμα στην ίδια πόλη, έτσι δεν είναι; Κι όμως, δεν σε βλέπω πια! Και δεν είναι ότι δεν το προσπαθώ! Επισκέπτομαι, εναλλάξ, πολλά απ' τα παλιά μας "στέκια" με την ελπίδα να σε πετύχω κάποια στιγμή (δήθεν) τυχαία. Σου είχα πει κάποτε ότι την επόμενη συνάντησή μας δεν θα την κανονίζαμε, ότι θα την αφήναμε στα χέρια της τύχης. Είχες γελάσει τότε θυμάμαι (μ' αυτό το γέλιο σου που πάντα με γέμιζε χαρά και μ' έκανε κι εμένα να θέλω να γελάσω...) και μου είχες πει ότι "τώρα σώθηκα", ότι "η τύχη δεν ήταν ποτέ με το μέρος σου" και ότι αν περίμενα απ' την μοίρα να μας ξαναφέρει κοντά, μπορεί να περνούσαν μήνες...
 Αυτή τη στιχομυθία, τη σκέφτομαι πολύ συχνά τον τελευταίο καιρό που σε αναζητώ μες στην Αθήνα. Το κάνω εδώ και μήνες! Από τότε που εξαφανίστηκες ξαφνικά. Που έπαψες να σηκώνεις το τηλέφωνό σου. Να απαντάς στα μηνύματά μου. Αν ισχύει αυτό που μου είχες πει τότε, λογικά πλησιάζει η στιγμή που θα σε ξαναδώ μπροστά μου. Και δεν ξέρω αν είναι η τύχη, η μοίρα ή οι δικές μου προσπάθειες που θα μας ξαναφέρουν απέναντι τον έναν απ' τον άλλο. Αυτό που ξέρω είναι ότι, αν συμβεί, δεν θα μ' ενδιαφέρει καθόλου να το ψάξω. Θα μου φτάνει το γεγονός ότι θα σε δω άλλη μια φορά να στέκεσαι απέναντί μου.
 Μιας και, με τον τίτλο, έδωσα την "υπόσχεση" για φιλοσοφικό στοχασμό, λέω να κλείσω παραφράζοντας τον Descartes. Μέχρι να το πάρω απόφαση και να μην ασχολούμαι πια μαζί σου,  "Σε σκέφτομαι άρα υπάρχεις"... 

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

Ενός λεπτού σιγή


 Απόψε ήμουν σίγουρος ότι θα σε δω! Μη με ρωτάς γιατί, δεν ξέρω να σου πω. Φαντάζομαι ότι ο συνδυασμός Τσανακλίδου- αντιφασιστικό φεστιβάλ φώναζε από μακριά το όνομά σου... Για να είμαι ειλικρινής, δεν πήγα για εσένα. Θα πήγαινα έτσι κι αλλιώς. Για να είμαι ακόμη πιο ειλικρινής, δεν είμαι σίγουρος αν ήθελα να σε δω. Θέλω να πω...Σίγουρα έχω τόσα να σου πω αλλά νομίζω ότι κάπου θα κολλούσα αν σε είχα απέναντί μου μετά από τόσο καιρό και δεν θα σου έλεγα κουβέντα. Ίσως να ήταν προτιμότερο αν έκανα ότι δεν σε είδα. Φεύγοντας απ' το σπίτι, δεν είχα αποφασίσει πώς θα χειριζόμουν την συνάντησή μας αλλά είχα πείσει τον εαυτό μου ότι θα ξέρω, όταν σε συναντήσω (τόσο σίγουρος ήμουν...!).
 Φτάνοντας, είχα ήδη αποφασίσει να μην ασχοληθώ. Δεν μ' ενδιέφερε είτε ήσουν εκεί είτε όχι! Για μένα ήταν το ίδιο και το αυτό. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα! Μέχρι την στιγμή που μου φάνηκε ότι σε είδα από μακριά και χρειάστηκε να βάλω το χέρι μου πάνω στο στήθος μου για να συγκρατήσω την καρδιά μου. Νόμιζα ότι θα σπάσει, τόσο δυνατά χτυπούσε. Ευτυχώς (;) δεν ήσουν εσύ τελικά αλλά πλέον ήξερα ότι κοροϊδεύω τον εαυτό μου με τα "δεν θέλω να σε δω"! Πλέον σ' αναζητούσα επισταμένα αλλά δεν ήσουν πουθενά.
 Μπήκαμε μέσα με τα χίλια ζόρια (μικρός χώρος, πολύς κόσμος) και επιτέλους η Τσανακλίδου ανέβηκε στη σκηνή. Μας μίλησε για λίγο, έκανε πλάκα, μας γνώρισε και την "ορχήστρα" της (έναν ακορντεονίστα όλο κι όλο που αποδείχθηκε παραπάνω από αρκετός) και τα φώτα άρχισαν να χαμηλώνουν μέχρι που έσβησαν τελείως. Ακούστηκαν οι πρώτες νότες και κατάλαβα αμέσως· "Αυτή η νύχτα μένει". Συγκινήθηκα και πάλι αλλά αυτή τη φορά, δεν ήσουν δίπλα μου, για να μου σφίξεις το χέρι στα κρυφά κάτω απ' το τραπέζι.
 Ενός λεπτού σιγή λοιπόν, σαν ελάχιστο φόρο σιωπής στην απουσία σου...

Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

Σκιά της σκιάς σου.


 Είπα σήμερα να προσπαθήσω να είμαι σύντομος αν και, πίστεψέ με, δεν μου είναι καθόλου εύκολο. Είναι βλέπεις που νιώθω την ανάγκη να αναλύω τα πάντα σε βαθμό κακουργήματος. Παρ' όλ' αυτά, δεν θέλω να σε κουράσω. Δύο τρία πράγματα θα σου πω μόνο και ύστερα θα σ' αφήσω στην ησυχία σου - γι' απόψε τουλάχιστον.
 Συνειδητοποιώ σιγά σιγά, με την "εκ των υστέρων γνώση", ότι φοβόμουν τόσο πολύ μην σε χάσω, που προτίμησα να χάσω εμένα αντί για εσένα. Προσπάθησα να γίνω ο άνθρωπος που θα ήθελες να έχεις δίπλα σου, έτσι, όμως, όπως φανταζόμουν εγώ ότι τον ήθελες, χωρίς να σε ρωτήσω ποτέ. Προσπαθούσα να προβλέψω κάθε σου ανάγκη και να φροντίσω να την καλύψω πριν καν την νιώσεις. Δεν σου έφερνα αντιρρήσεις παρά μόνο σε χαζά θέματα κι αυτό γιατί φοβόμουν ότι δεν θα δεις με καλό μάτι τις αντιρρήσεις μου και θα μ' αφήσεις. Ήθελα τα πάντα να είναι τέλεια για εσένα. Να είμαι εγώ τέλειος για σένα. Να κρύψω ή να εξαφανίσω όλες μου τις αδυναμίες και να σε κάνω να πιστέψεις ότι είμαι το ιδανικό σου ταίρι.  
 Δεν έχασα τον εαυτό μου μεμιάς! Χρειάστηκε να τρίψω για καιρό το πρόσωπό μου μέχρι να σβήσω όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που σ' ενοχλούσαν. Κι έτσι τώρα, κοιτάζομαι στον καθρέφτη και βλέπω το δικό σου πρόσωπο. Τα μάτια μου, με κοιτάζουν με το δικό σου, επικριτικό βλέμμα και το χαμόγελό μου είναι το δικό σου, αυτάρεσκο χαμόγελο. Ένα χαμόγελο ειρωνικό.  Και είναι όντως -τραγική- ειρωνεία της τύχης ότι σε βλέπω πια μόνο στον καθρέφτη μου. Τόσο κοντά, κι όμως τόσο μακριά. Κι εσύ... δεν είσαι εδώ για να μας δεις.

ΥΓ: Συγχώρεσέ μου τον λυρισμό. Καμιά φορά ξεχνιέμαι και νομίζω ότι, όντως, σου μιλάω και προσπαθώ να σ' εντυπωσιάσω.

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Song to say goodbye


 Λέω ν' αρχίσω με μία δήλωση: μισώ τους αποχαιρετισμούς! Ειλικρινά, τους απεχθάνομαι. Το ξέρω ότι δεν είμαι ο μόνος αλλά, στην παρούσα φάση, δεν με αφορά ο πανανθρώπινος χαρακτήρας του πόνου του αποχωρισμού. Ούτε και με κάνει να νιώθω καλύτερα η γνώση ότι, για όλους, είναι δύσκολη υπόθεση το να πουν "αντίο" (Αστείο δεν είναι; Για τ' όνομα του Θεού, είναι μια τόση δα λέξη κι όμως, μετά βίας μπορώ να την αρθρώσω...)!
 Επανέρχομαι λοιπόν, εντελώς εγωιστικά, στον προσωπικό μου Γολγοθά. Κατ' αρχάς, είναι μια πολύ αμήχανη διαδικασία· ποτέ δεν ξέρω τι να πω! Κατά δεύτερον, ως ευσυγκίνητος Καρκίνος, συνήθως νιώθω την ανάγκη να βάλω τα κλάματα -μια ανάγκη που καταπιέζω μόνο και μόνο γιατί σκέφτομαι ότι δεν θα ωφελήσει ούτε εμένα ούτε και τον εκάστοτε "αποχωρήσαντα". Προτιμώ να το κάνω αργότερα, στα κρυφά, όταν δεν θα μπορούν να με δουν, όταν δεν θα τους φορτώνω με τις δικές μου σκέψεις και τους δικούς μου φόβους. Γιατί, πραγματικά, το φοβάμαι αυτό το "αντίο". Φοβάμαι ότι δεν θα ξαναδώ ποτέ τους ανθρώπους που αποχαιρετώ.
 Για να μην παρεξηγηθώ, δεν εννοώ κάτι μακάβριο. Απλώς, πλέον η καθημερινότητά μας... η πραγματικότητά μας, θα είναι διαφορετικές. Θα ζούμε παράλληλα. Θα εξελισσόμαστε παράλληλα. Χωρίς σημεία σύμπτωσης, χωρίς επαφές. Και όταν (χρονικοϋποθετικό) ξαναβρεθούμε, θα είμαστε (σαν) δύο άγνωστοι. Μπορεί ν' ακούγεται υπερβολικό έτσι όπως το λέω, αλλά αυτό ακριβώς σκέφτομαι κάθε φορά που χρειάζεται ν' αποχαιρετίσω κάποιον. Και όσο πιο αγαπημένος είναι, τόσο περισσότερο δυσκολεύομαι. 
 Φυσικά, όπως πάντα, καταλήγω να γράφω για σένα. Θυμάμαι εκείνο το βράδυ. Εσένα σε παροξυσμό. Να φτιάχνεις την βαλίτσα σου τελευταία στιγμή και να προσπαθείς να σκεφτείς τι μπορεί να χρειαστείς. Να βάζεις μέσα ό,τι τύχαινε να είναι μπροστά σου εκείνη την ώρα κι εγώ να κάθομαι στο κρεβάτι σου, να σε παρακολουθώ και να γελάω σκεπτόμενος ότι σίγουρα ο φορτιστής του κινητού σου (ξεχασμένος στο ράφι της βιβλιοθήκης σου) θα σου είναι πιο χρήσιμος απ' το ξυπνητήρι του κομοδίνου σου, να στο επισημαίνω και να γελάω ακόμα περισσότερο με την αμηχανία σου. Γέμισες την βαλίτσα σου, σε βοήθησα να την κλείσεις και έκατσες δίπλα μου.  Μιλήσαμε για λίγο περί ανέμων και υδάτων και κάπου εκεί αποφάσισα "να φύγω, να σ' αφήσω να ηρεμήσεις λίγο". Σηκώθηκες να με πας μέχρι την πόρτα. Σε φίλησα, σε αγκάλιασα και δεν έλεγα να σ' αφήσω. Μύριζα τον λαιμό σου. Δεν ξέρω πόση ώρα σε είχα στην αγκαλιά μου. Ξέρω μόνο ότι προσγειώθηκα απότομα (ορκίζομαι, δεν είναι ηθελημένο λογοπαίγνιο λόγω θέματος) όταν σ' άκουσα να μου λες "Δεν φεύγω για πάντα! Πριν το καταλάβεις, θα είμαι πίσω!". "Το ξέρω" σου απάντησα -γιατί δεν μπορούσα να σου πω ότι, για μένα, δεν είχε καμία σημασία. Σε φίλησα μια φορά ακόμα, και βγήκα στον διάδρομο. 
 Μέσα στ' ασανσέρ έβαλα τα κλάματα. Η εξώπορτα όμως ήταν κλειδωμένη... Ανέβηκα και πάλι μέχρι το διαμέρισμά σου, σου χτύπησα την πόρτα και απάντησα, μεταξύ σοβαρού κι αστείου, στο απορημένο σου βλέμμα όταν με ξαναείδες στο κατώφλι σου μ' ένα "άλλαξα γνώμη, λέω να μείνω μέχρι να φύγεις" για να σου εξηγήσω αμέσως τον πραγματικό λόγο της επιστροφής μου. Απόρησες ακόμη περισσότερο μιας και "σπάνια κλείδωναν την εξώπορτα" και με συνόδευσες μέχρι κάτω. Μου είπες ότι "πάντως, είμαι παραπάνω από ευπρόσδεκτος να μείνω κι άλλο, αν το θέλω". Δεν το ήθελα. Ξεκλείδωσες, μ' αποχαιρέτισες μ' ένα "θα τα πούμε(;)" -στο οποίο, νομίζω, απάντησα μ' ένα "ΟΚ"- και έφυγα. Όλη αυτή την ώρα, δεν σε κοίταξα ούτε μία φορά στα μάτια. Δεν ήθελα να καταλάβεις ότι είχα κλάψει.
 Έφυγες. Και γύρισες. Και σε ξαναείδα, δυο-τρεις φορές ακόμα. Αλλά ήσουν άλλος άνθρωπος. Το ήξερα. Το ένιωθα. Και από τότε, όποτε πηγαίνω σ' εκείνο το καφέ που τόσο σου άρεσε, κοιτάζω το τραπέζι μας και η καρέκλα σου είναι πάντα άδεια... 


Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014

Ποιος να το περίμενε;!


 Τελευταία Παρασκευή των Αποκριών, σε όλη την Αθήνα γίνονται party, και οι Αθηναίοι είναι αποφασισμένοι να μην αφήσουν την βροχή -που πέφτει από νωρίς τ' απόγευμα- να τους χαλάσει τα σχέδια για ξέφρενη διασκέδαση· όπου και να κοιτάξεις, βλέπεις ανθρώπους μασκαρεμένους! Τους βλέπω απ'την τζαμαρία να περνάνε έξω απ' το bar στα Εξάρχεια όσο σε περιμένω. Θα έπρεπε να ήσουν ήδη εκεί αλλά κάπου έγινε κάποιο λάθος στην συνεννόηση. 
 Η πόρτα ανοίγει. Μπαίνεις μ' ένα χαμόγελο στα χείλη. Χαιρετάς τον barman (πάντα με το χαμόγελο στα χείλη) και έρχεσαι προς το μέρος μου. "Συγγνώμη για την καθυστέρηση" μου λες μ' ένα απολογητικό βλέμμα που με κάνει να πιστέψω ότι το εννοείς. "Σιγά! Δεν πειράζει" σου απαντάω εγώ "δικό μου λάθος ήταν, ούτως ή άλλως, που δεν σ' ενημέρωσα νωρίτερα". Παραγγέλνουμε και αρχίζουμε την κουβέντα. Είμαι αγχωμένος. Δεν ξέρω τι να πω. Φοβάμαι μην πετάξω καμία βλακεία και φανώ τελείως ηλίθιος αλλά η δική σου χαλαρότητα με βοηθάει να χαλαρώσω κι εγώ. Πριν περάσει πολλή ώρα, μιλάμε με άνεση, το ένα θέμα διαδέχεται το άλλο με τόση φυσικότητα που, τώρα που την σκέφτομαι, μου φαίνεται αφύσικη κι εγώ νιώθω όλο και πιο απορροφημένος. Όλο και πιο γοητευμένος. 
 Εσύ κάθεσαι απέναντί μου, καπνίζεις το ένα τσιγάρο μετά το άλλο και πολυλογούμε και οι δύο ακατάπαυστα επί παντός επιστητού. Από την καταγωγή μας μέχρι δήθεν φιλοσοφικές συζητήσεις για την ανθρώπινη φύση και την ζωή που, και οι δυο μας το ξέρουμε, είναι εντελώς ποζέρικες και γίνονται καθαρά για να εντυπωσιάσουμε ο ένας τον άλλο. Σε κοιτάζω στα μάτια και μου επιστρέφεις με θράσος το βλέμμα. Πιάνω τον εαυτό μου να σου χαμογελάει και βλέπω το χαμόγελό μου ν' αντικατοπτρίζεται στο πρόσωπό σου. Αυτή η αντανάκλαση με κάνει να χαμογελάσω ακόμα πιο πλατιά!
 Η μουσική δυναμώνει. Σκύβω πάνω απ' το τραπέζι μας, και καλά για να σ' ακούσω καλύτερα, στην πραγματικότητα όμως μόνο και μόνο για να μειώσω την απόσταση που μας χωρίζει. Είναι τόσο μικρή και όμως, μου φαίνεται τεράστια! Από κάποια στιγμή και μετά, το μόνο που θέλω είναι να σε αγγίξω. Να σε φιλήσω. Μου χαμογελάς και ολόκληρος ο κόσμος χάνεται απ' τα μάτια μου. Είναι λες και υπάρχεις μόνο εσύ ή, μάλλον, λες και μόνο εσύ έχεις σημασία για μένα εκείνη την στιγμή.
 Το βλέμμα μου πέφτει στο ρολόι μου. Έχουν περάσει έξι ώρες απ' την στιγμή που κάθισες στο τραπέζι μου και θα έπαιρνα όρκο ότι δεν είναι ούτε έξι λεπτά. Ξέρω ότι όπου να ναι θα πρέπει να σ' αποχαιρετήσω και να πάρει ο καθένας μας τον δρόμο του αλλά δεν θέλω να το κάνω! Σα να το "έπιασες", μου λες ότι, όποτε θέλω, φεύγουμε και σου απαντάω, απρόθυμα, ότι πρέπει όντως να πηγαίνουμε σιγά σιγά. Πληρώνουμε και βγαίνουμε έξω. Η βροχή έχει σταματήσει. Μου λες ότι θα γυρίσεις σπίτι με τα πόδια και με ρωτάς προς τα πού πάω. Σου απαντώ και μου λες ότι θα έρθεις μαζί μου μέχρι κάποιο σημείο. Ξέρω ότι η δική μου κατεύθυνση είναι τελείως αντίθετη απ' την δική σου αλλά δεν κάνω την παραμικρή προσπάθεια να σου αλλάξω γνώμη. Εννοείται ότι θέλω την συντροφιά σου!!
 Περπατάμε μέσα από στενά την απόσταση απ' τα Εξάρχεια μέχρι το Σύνταγμα συνεχίζοντας να μιλάμε για κάθε χαζό θέμα που μας έρχεται στο μυαλό. Απολαμβάνω την παρέα σου και την άνεση της επικοινωνίας μας αλλά σκέφτομαι ότι κάποια στιγμή, σύντομα, θα χωριστούμε αναπόφευκτα.  Βγαίνουμε στην Βασιλίσσης Σοφίας. Κάπου εδώ χωρίζουν οι δρόμοι μας. Σταματώ να περπατώ και στέκομαι απέναντί σου. Σου λέω ότι πέρασα τέλεια και ότι θα χαρώ πολύ να το επαναλάβουμε σύντομα. Θέλω να σε αποχαιρετίσω μ' ένα φιλί. Δεν το τολμώ. Και από τότε, είμαι δυστυχισμένος!